Το νησάκι του Αγίου Αχιλλείου και τα μικρά θαύματα της φύσης του
Το νησάκι του Αγίου Αχιλλείου είναι το σήμα κατατεθέν της Μικρής Πρέσπας αλλά και της ευρύτερης περιοχής, ενώ σε παλαιότερες εποχές ολόκληρο το νησάκι ήταν κάστρο. Yπάγεται στο Δήμο Πρεσπών και απέχει 60 χιλιόμετρα από τη Φλώρινα και 65 χιλιόμετρα από την Καστοριά.
Ο ομώνυμος οικισμός είναι χτισμένος στη Μικρή Πρέσπα σε 853 μέτρα υψόμετρο και οι μόνιμοι κάτοικοί του φθάνουν στους 130 με κύρια ασχολία την αλιεία, την κτηνοτροφία, τη γεωργία και τον τουρισμό.
Πριν μερικά χρόνια ο μόνος τρόπος να πάει κανείς εκεί ήταν με βάρκα, κάτι που δυσκόλευε πάρα πολύ τη ζωή των μόνιμων κατοίκων τον χειμώνα, έτσι λοιπόν έφτιαξαν μια πεζογέφυρα.
Γραφικά χαμόσπιτα, μισοερειπομένα κτίσματα και λασπωμένα δρομάκια συνθέτουν αυτό το τόσο διαφορετικό σκηνικό. Το χωριουδάκι του Αγίου Αχιλλείου αποτελείται από 11 σπίτια, μάλιστα θρυλείται πως εάν χτιστεί άλλο θα πέσει.
Tα θαύματα της φύσης δε σταματούν εδώ…
Ανεξερεύνητα σπήλαια ξεπροβάλλουν ενώ το νησί προσφέρεται για ιδιαίτερη θέα όπως και οι τοποθεσίες Δασερή και Κρίνα, που υπάγονται σε αυτό.
Παράλληλα, η περιοχή φημίζεται για την ομώνυμη εκκλησία του νησιού η οποία χρονολογείται στα τέλη του 10ου αιώνα. Αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες βασιλικές της Ελλάδας και για το λόγο αυτό έδωσε το όνομά της στο νησί. Στο ναό βρίσκεται ο τάφος του Αγ. Αχιλλείου, όπου μεταφέρθηκε από την Λάρισα το λείψανο του επισκόπου από τον Βούλγαρο τσάρο Σαμουήλ.
Στον εορτασμό του Αγ. Αχιλλείου, πραγματοποιείται εκκλησιασμός στην ομώνυμη εκκλησία σε ιδιαίτερα συγκινησιακό κλίμα. Ξεχωριστή εμπειρία για τον επισκέπτη αποτελούν οι πολιτιστικές εκδηλώσεις «Πρέσπες» μία από τις σημαντικότερες εκδηλώσεις πανελλαδικά, που λαμβάνουν χώρα στο νησί του Αγ. Αχιλλείου.
Στο ψηλότερο σημείο του νησιού υπάρχει ένας πολύ μεγάλος σταυρός που φαίνεται από πολύ μακριά και εκεί η θέα είναι πραγματικά υπέροχη. Συνεχίζοντας παραλιακά θα συναντήσετε τον Αγιο Δημήτριο, εκκλησάκι του 14ου αιώνα.
Επίσης, η βόλτα πάνω στη γέφυρα είναι εκπληκτική. Σε μερικά σημεία υπάρχουν και παγκάκια στα οποία μπορεί κανείς να κάτσει και να απολαύσει την ομορφιά της Πρέσπας. Εάν είστε φυσιολάτρης ή σας αρέσει να παρατηρείτε τα πουλιά αυτό είναι το ιδανικό σημείο, μην ξεχάσετε λοιπόν τα κιάλια σας. Όλη αυτή η περιοχή θεωρείται προστατευμένη.
Η αρχαιολογική έρευνα στο νησάκι του Αγίου Αχιλλείου
Οι ανασκαφικές έρευνες στο ΝότιοΔυτικό άκρο της νησίδας του Αγίου Αχιλλείου στη Μικρή Πρέσπα έρχονται να συμπληρώσουν τις γνώσεις μας για το απώτερο παρελθόν μιας περιοχής που μέχρι και σήμερα είναι γνωστή κυρίως για τα σπουδαία Βυζαντινά και Μεταβυζαντινά μνημεία της.
Τα διάσπαρτα στο νησί θραύσματα αρχαίων γλυπτών (βωμοί, αρχιτεκτονικά λείψανα) καθώς και τα αρχαία μέλη εντοιχισμένα ως οικοδομικό υλικό σε δεύτερη χρήση π.χ. στον ναό του Αγ. Αχιλλείου, στους Αγίους Αποστόλους, στον Αγ. Δημήτριο και αλλού είχαν επισημανθεί από πολύ νωρίς από τους ερευνητές οι οποίοι έκαναν λόγο για την ύπαρξη αρχαίας πόλης στο νησάκι.
Με αφορμή την ανεύρεση από κατοίκους του νησιού πήλινων ενσφράγιστων κεραμίδων στέγης της ύστερης ελληνιστικής εποχής, που έφεραν ονόματα σε γενική πτώση (ΑΡΙΣΤΑΝΔΡΟΥ, ΠΛΕΥΡΑΤΟΥ, ΑΔΔΙΟΥ κ.ά.) ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1961 για πρώτη φορά από τον τότε έφορο Αρχαιοτήτων Φ. Πέτσα ανασκαφική έρευνα στον αγρό όπου εντοπίστηκαν οι κεραμίδες. Ανοίχτηκε δοκιμαστική τάφρος μήκους 20 μ. που κάλυψε την απόσταση της πλαγιάς του βουνού της νησίδας, από την κορυφή του λόφου ώς τις παρόχθιες καλαμιές.
Το αρχικό πλάτος των 2 μ. της τάφρου διευρύνθηκε προς τη λίμνη αλλού σε 4 μ. και αλλού σε 8 μ., ανάλογα με τα αποκαλυφθέντα οικοδομικά λείψανα.
Αποκαλύφθηκαν λείψανα κτιρίων δύο οικοδομικών περιόδων με μικρή χρονική απόσταση μεταξύ τους. Τα σημαντικότερα ευρήματα της παλαιότερης φάσης ήταν ένα στόμιο φρέατος για την άντληση των νερών και στόμια έξι πίθων στη σειρά γεμάτα με νερό. Τα λείψανα των κτιρίων του νεότερου στρώματος το οποίο ήταν διαταραγμένο δεν αποκαλύφθηκαν επαρκώς.
Τα ευρήματα ήταν αγνύθες, μεγάλα, αποθηκευτικά αγγεία συνήθως ακόσμητα, κάποια όστρακα από μεγαρικούς σκύφους και πυξίδες ελληνιστικής εποχής, ένα χάλκινο νόμισμα και λίγα μετάλλινα αντικείμενα.
Λίγα χρόνια μετά ο Φ. Πέτσας ταύτισε τη θέση με την αρχαία πόλη Λύκα από μία επιγραφή «[Λυ]καίων ἡ πολει〈τ〉εία…», η οποία εντοπίστηκε για πρώτη φορά από τον Ivanov και υπήρξε αρκετές φορές, ως προς την ανάγνωσή της, αντικείμενο αντιπαράθεσης μεταξύ του Ν. Μουτσόπουλου και του Φ. Πέτσα. Έξι συνολικά επιγραφές προέρχονται από το νησάκι 10 και χρονολογούνται από τα μέσα του 2ου αι. μ.Χ. ώς το α΄ μισό του 3ου αι. μ.Χ. (εξαιρούνται οι ενσφράγιστες κεραμίδες που ανήκουν στην ύστερη ελληνιστική εποχή).
Οι τρεις από αυτές παραδίδουν και αποκαλύπτουν το όνομα Λύκα για τον αρχαίο οικισμό της περιοχής. Η πρώτη που αναφέρθηκε πριν βρίσκεται σήμερα στα ερείπια του ναού των Δώδεκα Αποστόλων.
Η δεύτερη από τις τρεις, η οποία έχει χαθεί, προερχόταν από τη Μονή της Παναγίας Πορφύρας και ανέφερε «Πολειταρχοῦντος ἐν Λύκῃ…». Η τρίτη είναι μία αναθηματική επιγραφή από τη βασιλική του Αγ. Δη- μητρίου και αναφέρει «Θεοῖς Σεβαστοῖς καί τῇ Λυκαίων [πό]λει.
Το 1999 η έρευνα επαναλήφθηκε στην ίδια περιοχή και έξι (6) μ. ΒΔ της ανασκαφής του Πέτσα – από την αρχαιολόγο της ΙΖ΄ ΕΠΚΑ Ειρήνη Ψαρρά14 . Αποκαλύφθηκαν κεραμική και θυμιατήρια ρωμαϊκής εποχής, νομίσματα και παλαιοχριστιανικές ταφές που έδειξαν ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα συνεχίσθηκε στη θέση του ελληνιστικού οικισμού και κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, ενώ τα ευρήματα των ταφών έδιναν ένα ante quem για τη μετατόπιση της πόλης σε άλλη θέση και προσδιόριζαν τη νέα χρήση του χώρου ως νεκροταφείου.Κατά τον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2007 διενεργήθηκε ανασκαφική έρευνα στην ίδια περιοχή, στη θέση «Σπας», η οποία έχει πάρει το όνομα από το εκκλησάκι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα που βρίσκεται εκεί.
«Σπας» στο τοπικό ιδίωμα σημαίνει Σωτήρας. Η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε με χρηματοδότηση του ΥΠ.ΠΟ., του Υ.ΜΑ.Θ. και του Δήμου Πρεσπών.
Η πρώτη επιφανειακή έρευνα έδειξε ότι ο αρχαίος οικισμός ήταν αρκετά μεγάλος σε έκταση. Οικοδομικά λείψανα εντοπίζονται κατά μήκος της όχθης της λίμνης από τον χώρο της ανασκαφής ώς τον σύγχρονο οικισμό σε μια απόσταση 800 μ. περίπου.
Επιμέλεια: Άγγελος Μητσόπουλος