Ή περίπτωση του Γιάννη Καμπούρη αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο την άποψη ότι «η κρίση πάντα γεννά ευκαιρίες».
Εν μέσω οικονομικής κρίσης αν και ήταν ήδη επαγγελματικά αποκατεστημένος με σπουδές φιλολογίας και δική του αλυσίδα φροντιστηρίων αποφάσισε να ασχοληθεί με την παραγωγή και εμπορία ελαιολάδου.
Αγόρασε μια μικρή έκταση, ανάμεσα στο Κιάτο και το Ξυλόκαστρο, φύτεψε τα πρώτα του λιόδεντρα, Κορωνέικης ποικιλίας τα οποία αγόρασε από την περιοχή των Μυκηνών.
Άρχισε να παράγει το δικό του λάδι το οποίο μοιραζόταν με συγγενείς και φίλους. Τότε στο μυαλό του γεννήθηκε η ιδέα να βγάλει ένα πολύ καλό προϊόν στο εξωτερικό.
Ένα ελαιόλαδο με βρώσιμο χρυσό, τον οποίο προτιμούν οι ξένοι στη σαμπάνια και στα γλυκά.Το ελαιόλαδο αυτό πωλείται 610 ευρώ σε βασιλικές οικογένειες, στο Ντουμπάι, στο Άμπου Ντάμπι και πλέον στη Σαουδική Αραβία και στο Μπαχρέιν συσκευασμένο σε ένα πανάκριβο πολυτελές κουτί από χαρτόπανο με τα κοψίματα να βγαίνουν από μηχανή και το υπόλοιπο να φτιάχνεται στο χέρι, με το βρώσιμο χρυσό, με το ελαιόλαδο που έχει βραβευτεί για τις υψηλές του πολυφαινόλες…
Το πανάκριβο αυτό λάδι μάλιστα ο Γιάννης Καμπούρης το έστειλε ονομαστικά και σε 5 δισεκατομμυριούχους: τον Μπιλ Γκέιτς της Microsoft, τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ του Facebook, τον Τζεφ Μπέζος του Amazon, την ισχυρά κυρία της Loreal, Λίλιαν Μπετανκούρ και σε έναν δισεκατομμυριούχο δάσκαλο, τον Sunny Varkey».«Το E-LA-WON Gold αποτελεί μια καινοτομία στην αγορά των ελαιολάδων. Αλλά η χρήση του βρώσιμου χρυσού στη γαστρονομία, σ’ οποιαδήποτε μορφή της, δεν είναι φαινόμενο των ημερών μας.
Τον 16ο αιώνα υπάρχουν αναφορές για δείπνα ευγενών με συνταγές διακοσμημένες με φύλλα βρώσιμου χρυσού. Από τον 19ο αιώνα και εξής αποτελούσε διατροφικό στοιχείο εύπορων Ευρωπαϊκών οικογενειών ως ένδειξη πλούτου και «ευ ζην». Ιατρικές μελέτες αναφέρουν ιδιότητες όπως αντιγηραντική και αντιοξειδωτική δράση καθώς και μεταφορά υγρασίας στα κύτταρα, χαρίζοντας ζωντάνια και ευεξία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής τον έχουν εγκρίνει απόλυτα ως πρόσθετο τροφίμων, που το συναντάμε με τον κωδικό Ε175. Η διαφορετικότητα του E-LA-WON Gold έγκειται στο ότι απευθύνεται σ’ ένα συγκεκριμένο αγοραστικό κοινό που αναζητά την πολυτέλεια, τη χλιδή, την αίγλη και να κατέχει προϊόντα με ιδιαίτερη –τόσο διατροφική όσο και χρηματική- αξία.
Όντως είναι το ακριβότερο στην κατηγορία του γι’ αυτό και έχει ανταπόκριση σε συγκεκριμένες αγορές».«Ως ελαιόλαδο που βγαίνει σε συγκεκριμένες – αριθμημένες φιάλες ανά παρτίδα, η κατανάλωση του είναι κατευθυνόμενη κυρίως σε αγορές των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων όπως στο Ντουμπάι, Άμπου Ντάμπι, στο Μπαχρέιν και στην Ταϋλάνδη στο Μπανγκόκ.
Επίσης μεμονωμένα σε Ρώσους μεγιστάνες καθώς και σε Βασιλικές οικογένειες.
Τα προϊόντα E-LA-WON εκτός από την Ελληνική αγορά όπου είναι τοποθετημένα σε επιλεγμένα ντελικατέσεν, βρίσκονται στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη και σε Ασιατικές χώρες μέχρι την Ιαπωνία».
ΠΗΓΗ: reader.gr